αστρομαντική
Смотреть что такое "αστρομαντική" в других словарях:
ἀστρομαντική — astrology fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀστρομαντικῆς — ἀστρομαντική astrology fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αστρομαντεία — και αστρομαντική, η (AM ἀστρομαντεία) η τέχνη του αστρομάντη, το να προλέγει κάποιος τα μέλλοντα με την παρατήρηση των άστρων … Dictionary of Greek
αστρομαντεία — αστρομαντεία, η και αστρομαντική, η η πρόγνωση του μέλλοντος από την παρατήρηση των άστρων, αστρολογία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)